Υπερμετρωπία

Η υπερμετρωπία είναι μια διαθλαστική ανωμαλία που επηρεάζει την κοντινή όραση αλλά και σε κάποιο βαθμό και την μακρινή. Οι φωτεινές ακτίνες από το εξωτερικό περιβάλλον, όπως και τα είδωλα των διαφόρων αντικειμένων, δεν εστιάζονται στο πίσω μέρος του οφθαλμού, δηλαδή επάνω στον αμφιβληστροειδή χιτώνα, αλλά πίσω από εκείνον, με αποτέλεσμα να κουράζονται εύκολα ή να μην βλέπουμε πολύ καθαρά κοντά ή και μακριά. Όταν η υπερμετρωπία είναι μικρή, τα νέα άτομα δεν χρειάζεται να φοράνε συνεχώς διορθωτικά γυαλιά. Ο φακός του ματιού εχει την δυνατότητα να αλλάζει σχήμα και ισχύ και να αντιρροπεί κάποιο ποσό υπερμετρωπίας. Ωστόσο, η ικανότητα αυτή του φακού εξασθενεί καθώς μεγαλώνουμε Επιπρόσθετα, λόγω της συνεχούς προσπάθειας για αντιρρόπηση και της παρατεταμένης σύσπασης του μυός της προσαρμογής είναι δυνατόν να δημιουργηθούν πονοκέφαλοι. Στην περίπτωση αυτή είναι απαραίτητη η χρήση γυαλιών.


ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ

Η υπερμετρωπία είναι ουσιαστικά το αντίθετο της μυωπίας. Οι υπερμέτρωπες συνήθως έχουν κοντά και μικρά μάτια. Η υπερμετρωπία εμφανίζεται από την γέννηση, αλλά στην παιδική και νεανική ηλικία ο οφθαλμός μπορεί και την αντιρροπεί λόγω της αυξημένης προσαρμοστικότητας του φακού των ματιών και υπάρχει πολύ καλή μακρινή και κοντινή όραση. Συνήθως μετά το 30ό έτος της ηλικίας του ατόμου αρχίζει να παρουσιάζεται δυσκολία αρχικά στην κοντινή όραση και λίγα χρόνια μετά και στη μακρινή. Βασικά αίτια της υπερμετρωπίας είναι:

  • Η μειωμένη διαθλαστική δύναμη του οφθαλμού( διαθλαστική υπερμετρωπία).
  • Ο μειωμένος προσθιοπίσθιος άξονας του οφθαλμού (αξονική υπερμετρωπία).

 

ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ

Η υπερμετρωπία μπορεί να αντιμετωπιστεί με:

  • Γυαλιά οράσεως.
  • Φακούς επαφής.
  • Διαθλαστική χειρουργική.
  • Χειρουργική επέμβαση, για την αντικατάσταση του κρυσταλλοειδούς φυσικού φακού του οφθαλμού.